Το μάθημα των Θρησκευτικών στο Σχολείο του 21ου αιώνα

του Χρήστου Νικ. Ζήκου, επίτιμου Σχολικού Συμβούλου Θεολόγων

Στο κείμενο που ακολουθεί αφού περιγράψουμε εν συντομία μία κρίσιμη όψη της υπάρχουσας κατάστασης του μαθήματος των θρησκευτικών, συνεχίζουμε με την θεολογική-παιδαγωγική τεκμηρίωση ενός μαθήματος που να ανταποκρίνεται στα χαρακτηριστικά του σύγχρονου σχολείου, τέτοιου που να το αγαπάνε όλα τα παιδιά της τάξης μας και να μη χρειάζεται να ζητάνε απαλλαγή από αυτό και κλείνουμε με συγκεκριμένη πρόταση για το μάθημα.
  
Είναι γνωστό πως η εδώ και τρία χρόνια ισχύουσα νομοθεσία που διέπει το μάθημα των θρησκευτικών στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ως προς το σκέλος της υποχρεωτικότητάς του, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην ομαλή λειτουργία του σχολείου εξαιτίας της ασάφειας που τη διακρίνει. Είναι ανάγκη κατά συνέπειαν να διευθετηθεί το όλο ζήτημα και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν, διότι αν αφήνεται να «σέρνεται» όπως γίνεται τώρα χωρίς να επιλύεται, υποσκάπτεται  το κύρος του ίδιου του σχολείου. Τη λύση θα τη δώσει η Πολιτεία με τα εντεταλμένα της θεσμικά όργανα. Πιστεύουμε ότι το αρμόδιο Υπουργείο γνωρίζει καλά το όλο ζήτημα και έχει συγκεκριμένες εισηγήσεις και προτάσεις για τη διευθέτησή του. Πιστεύουμε  επίσης πως γνωρίζει και τις αντίθετες με αυτές προτάσεις με δεδομένο το πολυσύνθετον του όλου ζητήματος. Σε κάθε περίπτωση κρίνουμε πως μπορούμε να πάμε σε γόνιμες συζητήσεις και συνθέσεις που θα τις εκφράσει με την πολιτική της βούληση η Πολιτεία. Προς την κατεύθυνση αυτή διατυπώνουμε τους προβληματισμούς μας με την βασική παραδοχή πως το υποχρεωτικόν ή μη του μαθήματος των θρησκευτικών είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το χαρακτήρα του μαθήματος. Δηλαδή με το τι μάθημα τελικά θέλουμε.

Βάση των προβληματισμών μας  είναι: ο θεολογικός-παιδαγωγικός χαρακτήρας του μαθήματος με το βαθύ ανθρωπιστικό του περιεχόμενο και συνεπώς η υποχρεωτικότητά του χωρίς δικαίωμα απαλλαγής για κανέναν και για κανένα λόγο. Είναι δηλαδή ζήτημα παιδείας. Βασικοί πυλώνες του μαθήματος είναι η Βιβλική και η Ανατολική Ορθόδοξη Θεολογία. Και οι δυο εστιάζουν στο πρόσωπο του άλλου, όπου η οποιασδήποτε μορφής ετερότητα και ο οποιοσδήποτε άλλος, «βλέπεται» μέσα από την τριαδολογική προοπτική. Ως απαραίτητος δηλαδή για την απαρτίωση τόσο της ταυτότητάς μας,  όσο και της ενότητάς μας. Κατά συνέπειαν, οι άλλοι, οι διαφορετικοί από εμάς, όχι μόνο δεν είναι απειλή για την ταυτότητά μας, αλλά αναγκαία συνθήκη τόσο γι αυτήν όσο και την ενότητά μας. Ενότητα για την οποία εύχεται καθημερινά η Εκκλησία στη Θεία Λειτουργία. Όλα τα παραπάνω θεμελιώθηκαν από τον Ιησού Χριστό με τη στάση του προς τον οποιασδήποτε μορφής άλλον, ξένον ή την οποιασδήποτε μορφής ξενικότητα, ετερότητα, διαφορετικότητα και κατά συνέπειαν είναι πρωτεύοντα στη συγκρότηση της εμπειρίας της Εκκλησίας. Γι αυτό και η ηθελημένη ή μη υποβάθμισή τους συνιστά ολική έκπτωση και αποδόμηση τελικά της ίδιας της Εκκλησίας ως  Σώματος του Χριστού. Τα παραπάνω τα επεξεργάστηκαν θαυμάσια οι Μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες και μας χάρισαν τη Θεολογία του Προσώπου. Κύριο δε χαρακτηριστικό του προσώπου είναι ότι διαλέγεται και σχετίζεται. Δεν κλείνεται εις εαυτόν, ξανοίγεται στην παρουσία του άλλου, αφήνει χώρο γι αυτόν, είναι δοτικός και επιτρεπτικός με τη στάση του, ρισκάρει την «ησυχία» του και δε φοβάται μην τσαλακωθεί. Πολλά ακόμα μας προσέφερε με τη σχετική διδασκαλία του και ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής και άλλοι Άγιοι. Όλα τα παραπάνω είναι διδασκαλία της Εκκλησίας, ενσωματωμένα παντοιοτρόπως και στη Θεία Λειτουργία. Αλλά και στις ημέρες μας, μας τα υπενθύμισαν και μας τα υπενθυμίζουν κορυφαίοι Θεολόγοι όπως ο αείμνηστος Νίκος Νησιώτης και ο μητροπολίτης Περγάμου π. Ιωάννης Ζηζιούλας. Όλα τα παραπάνω ωστόσο τα κατοχυρώνει η πράξη και μόνο αυτή. Κι αυτή η πράξη είναι η Συνάντηση Αγάπης με τα παιδιά της τάξης μας που «προέρχονται» από διαφορετικά δόγματα, από διαφορετικές θρησκείες ή θρησκευτικοφιλοσοφικά συστήματα ή από «άθρησκα» και «αδιάφορα θρησκευτικά» περιβάλλοντα ή από όπου κι αν προέρχονται. Παιδεία και γνώση σημαίνει σχέση και μέθεξη. Αυτή τελικά φαίνεται να διασώζει την παιδαγωγική λειτουργία του σχολείου μας και να ανεβάζει στα μάτια παιδιών και γονέων, το κύρος του. Όσο περισσότερο δουλεύουμε με την παιδαγωγική σχέση στο μάθημά μας, τόσο καλύτερα μαθαίνουν και μορφώνονται τα παιδιά μας, τόσο περισσότερο αναπτύσσονται ως πρόσωπα κι άλλο τόσο καταξιώνουμε τη Θεολογία μας. Αν για οποιοδήποτε λόγο αδυνατούμε ή αδιαφορούμε ή δεν θέλουμε ή φοβόμαστε να συναντηθούμε και να φτιάξουμε παιδαγωγική σχέση με όλα τα παιδιά της τάξης μας και να αλληλοκερδηθούμε ως πρόσωπα, αναρωτιέται κανείς τι νόημα απομένει στην παιδεία μας, στη Θεολογία μας και τι νόημα έχει σε τελική ανάλυση το μάθημα των  θρησκευτικών στο σχολείο.
 
Στη βάση λοιπόν των παραπάνω προχωράμε και προτείνουμε για το Γυμνάσιο μάθημα Θρησκευτικών υποχρεωτικό, χωρίς δικαίωμα απαλλαγής, για κανένα μαθητή και για κανένα λόγο. Προς την κατεύθυνση αυτή χρειάζονται ορισμένες κινήσεις: Να ενισχυθεί πιο πολύ ο διαθεματικός χαρακτήρας και προσανατολισμός του περιεχομένου και να γίνει σχετική αναδιάταξή του με ανασύνταξη των διδακτικών ενοτήτων όπου αυτό απαιτείται ώστε τα βιβλία να γίνουν  ακόμα πιο φιλικά και επομένως πιο προσβάσιμα σε μαθητές και καθηγητές. Τα βιβλία του εκπαιδευτικού είναι πολύ καλά, αλλά θα πρέπει και αυτά να πάρουν καλύτερη μορφή.

Με την αναδιάταξη του περιεχομένου και των τριών τάξεων το 50% των διδακτικών ενοτήτων κάθε τάξης να αναφέρεται στη  Βιβλική Θεολογία,  Ανατολική Ορθόδοξη Θεολογία, Πίστη, Ζωή, Λατρεία, Τέχνη, Γραμματεία, και  Ιστορία της Εκκλησίας, ένα 20% στη Δυτική Χριστιανοσύνη, ένα άλλο 20% στα μεγάλα ζωντανά θρησκεύματα και ένα 10% στις θέσεις των θρησκειών για τα σύγχρονα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου, της ζωής,  των κοινωνιών και του πλανήτη. Με αυτή τη διάταξη της ύλης ο απόφοιτος του Γυμνασίου, στο μάθημα των θρησκευτικών θα έχει διδαχθεί 100 περίπου διδακτικές ενότητες. Από αυτές, 50 θα αναφέρονται στη Βιβλική Θεολογία, στην Ανατολική Ορθόδοξη Θεολογία, Πίστη, Ζωή, Λατρεία, Τέχνη, Γραμματεία, και  Ιστορία της Εκκλησίας,  20 θα αναφέρονται στη Δυτική Χριστιανοσύνη, 20 στα μεγάλα ζωντανά θρησκεύματα και 10 στις θέσεις των θρησκειών πάνω στα σύγχρονα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου, της ζωής, των κοινωνιών και του πλανήτη. Το πόσο θα είναι ωστόσο το πλήθος των δ.ε. κατά περίπτωση δεν είναι ζήτημα λογιστικό ή ποσόστωσης, αλλά καθαρά ποιοτικό. Υπακούει δηλαδή σε θρησκειοπαιδαγωγικά κριτήρια. Αυτό σημαίνει ότι το βάρος πέφτει κυρίως στην επιλογή του περιεχομένου τους (με επίλεκτα και αντιπροσωπευτικά κείμενα, πρωτότυπα και ερμηνευτικά), στον τρόπο παρουσίασης και ανάπτυξής τους στο διδακτικό εγχειρίδιο και  τέλος στους τρόπους διαπραγμάτευσής τους μέσα στην αίθουσα και στους τρόπους αξιολόγησης του μαθητή.
 
Στο ΓΕ.Λ και στο ΕΠΑ.Λ το μάθημα να είναι επίσης υποχρεωτικό χωρίς δικαίωμα απαλλαγής για κανέναν μαθητή και για κανένα λόγο. Να συνταχθούν νέα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών στη λογική ενός πιο διευρυμένου και ανοιχτού μαθήματος και κατ΄ ακολουθίαν με πιο φιλικά-θελκτικά βιβλία ιδιαίτερα της Α΄ τάξης στο ΓΕ.Λ. και ΕΠΑ.Λ. και Β΄ τάξης στο ΓΕ.Λ. Να γίνει δηλαδή αναμόρφωση, αναδιάταξη και εμπλουτισμός τους περιεχομένου τους σύμφωνα με το πνεύμα της εισαγωγικής παρατήρησης.

Στην  Α΄ Τάξη θα μπορούσε να μπει ως μάθημα θρησκευτικών η: Γένεση και ανάπτυξη των μεγάλων θρησκειών και των θρησκευτικοφιλοσοφικών συστημάτων. Οι μαθητές έρχονται σε επαφή με τις θρησκείες μέσα από επίλεκτα και αντιπροσωπευτικά κείμενα των πηγών τους. Το περιεχόμενο της δ.ε. θα καλύπτεται κατά τα 4/5 της με τα κείμενα και την επεξεργασία τους. Στη Β΄ Τάξη ένα θρησκευτικό μάθημα θα μπορούσε να είχε ως αντικείμενο τις θρησκευτικές εξελίξεις, ζυμώσεις και κινήματα στη σύγχρονη εποχή (20ος  και απαρχές 21ου αιώνα). Μέσα πάντοτε από επίλεκτα και αντιπροσωπευτικά κείμενα οι μαθητές και στη Β΄ τάξη έρχονται σε επαφή με τη σύγχρονη θρησκευτική πραγματικότητα και την συμβολή ή την δυνητική συμβολή των θρησκειών στην προστασία και προαγωγή της ζωής στον πλανήτη, στην υπεράσπιση της ειρήνης και του ολικού αφοπλισμού, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην καταπολέμηση της φτώχειας, της λιμοκτονίας, των επιδημιών  κ.ά. Κι εδώ το περιεχόμενο της δ.ε. θα καλύπτεται κατά τα 4/5 της με τα κείμενα και την επεξεργασία τους. Στη Γ΄ Τάξη θα μπορούσε να εισαχθεί ένα μάθημα  Βιοηθικής, στο οποίο να αναπτύσσονται η βιοηθική επιστημονική, κοινωνική θεωρία και πράξη σε ποσοστό 50%, της διδακτέας ύλης, οι βασικές βιοηθικές θέσεις του ιδιαίτερου θρησκευτικού μας πολιτισμού (της Ορθοδοξίας) σε ποσοστό 25% και στο υπόλοιπο 25% της διδακτέας ύλης θα αναπτύσσονται οι βασικές βιοηθικές θέσεις της Δυτικής Χριστιανοσύνης και των μεγάλων θρησκειών. Ως προς το περιεχόμενο των Α΄ και Β΄ τάξεων η Ορθοδοξία να καλύπτει τουλάχιστον το 1/3 των διδακτικών ενοτήτων.

Με τη σκέψη ότι δεν διεκδικούμε καμία πρωτοτυπία με την παραπάνω πρότασή μας, κλείνουμε με την ελπίδα να συμβάλλουμε στη λήψη των βέλτιστων δυνατών αποφάσεων και κατ? ακολουθίαν στην προαγωγή της θρησκευτικής παιδείας στη χώρα μας.

Πρόσθετες πληροφορίες